Οδηγίες Χορήγησης Φαρμάκων Μέσω Καθετήρων Σίτισης

Οι ασθενείς στους οποίους χορηγείται εντερική σίτιση είναι συνήθως βαρέως πάσχοντες στους οποίους χορηγείται μεγάλος αριθμός φαρμάκων. Τα φάρμακα αυτά συχνά χορηγούνται μέσω του καθετήρα σίτισης και σε ορισμένες περιπτώσεις προκαλούν επιπλοκές. Τα διαλύματα εντερικής διατροφής μπορούν να αλληλεπιδράσουν με τα φάρμακα αυτά, όπως ακριβώς αλληλεπιδρούν και τα τρόφιμα. Η ΟΥΘ θα πρέπει να λαμβάνει υπ’ όψιν τις επιδράσεις της φαρμακολογικής θεραπείας στις διατροφικές απαιτήσεις του ασθενούς, τις επιδράσεις των διαλυμάτων στην απορρόφηση των φαρμάκων καθώς επίσης και τις επιδράσεις των φαρμάκων στα διαλύματα.

 

Με βάση το είδος της αλληλεπίδρασης, οι δημιουργούμενες ασυμβατότητες μεταξύ φαρμάκων και εντερικών διαλυμάτων διακρίνονται σε:

  • Φυσική ασυμβατότητα: κατά την οποία το φάρμακο αλλοιώνεται με αποτέλεσμα τον σχηματισμό ιζήματος, γέλης ή αποχωρισμού των συστατικών του.
  • Φαρμακευτική ασυμβατότητα: μπορεί να παρουσιαστεί ως αποτέλεσμα της αλλαγής της οδού χορήγησης του φαρμάκου (και όχι ως ενδείκνυται από τον κατασκευαστή), ή λόγω ασυμβατότητας του με το διάλυμα σίτισης. Το αποτέλεσμα είναι η μεταβολή της δραστικότητας του φαρμακευτικού ιδιοσκευάσματος.
  • Φυσιολογική ασυμβατότητα: προκαλείται από την επίδραση του φαρμάκου στο διάλυμα σίτισης. Η χορήγηση, για παράδειγμα, υπέρτονων φαρμακευτικών ουσιών σχετίζεται συχνά με κακή ανοχή στο θρεπτικό διάλυμα λόγω της αυξημένης ωσμωτικότητας, που αναπτύσσεται στον εντερικό αυλό.
  • Φαρμακοκινητική ασυμβατότητα: παρατηρείται όταν το θρεπτικό διάλυμα μεταβάλλει την βιοδιαθεσιμότητα, την κατανομή ή τον μεταβολισμό του φαρμάκου με το οποίο συγχορηγείται.

Τα φάρμακα χρησιμοποιούνται σε διάφορες μορφές, όπως υγρή, ενέσιμη, ενδοφλέβια ή σε μορφή χαπιού. Οι ασθενείς που βρίσκονται σε εντερική σίτιση έχουν λειτουργικό γαστρεντερικό, με αποτέλεσμα να μπορούν να χορηγούνται φάρμακα δια του στόματος (peros) τα οποία θεωρούνται φθηνότερα και λαμβάνονται ευκολότερα συγκριτικά με τις ενέσιμες ή ενδοφλέβιες μορφές τους. Συνεπώς, οι θεράποντες θα πρέπει να προτιμούν τη χρήση φαρμάκων peros σε ασθενείς που σιτίζονται εντερικά. Οι ακόλουθες οδηγίες βοηθούν στην πρόληψη αλληλεπιδράσεων φαρμάκου-φαρμάκου, φαρμάκου-διαλύματος ή στην πρόληψη απόφραξης των καθετήρων σίτισης όταν τα φάρμακα χορηγούνται μέσω αυτών.

  • Τα φάρμακα πρέπει να χορηγούνται peros όποτε είναι δυνατόν.
  • Δεν πρέπει να αναμιγνύονται τα φάρμακα μεταξύ τους ούτε τα διαλύματα μαζί με τα φάρμακα. Αντιθέτως, πρέπει να σταματά η σίτιση προσωρινά και να χορηγείται το κάθε φάρμακο χωριστά. Ο σωλήνας θα πρέπει να ξεπλένεται με ζεστό νερό πριν και μετά τη χορήγηση κάθε φαρμάκου.
  • Τα υγρά φάρμακα πρέπει να χορηγούνται μέσω του καθετήρα με τη βοήθεια σύριγγας. Εάν τα φάρμακα αυτά είναι παχύρευστα ή κολλώδη, πρέπει να διαλύονται με νερό πρώτα.
  • Ενέσιμες ή ενδοφλέβιες μορφές φαρμάκων πρέπει να χρησιμοποιούνται όταν τα φάρμακα δεν βρίσκονται σε υγρή μορφή. Το ιδανικό είναι τα χάπια να μην διασπώνται και να μην χορηγούνται μέσω καθετήρων σίτισης. Εάν η χρήση χαπιών είναι αναπόφευκτη, αυτά πρέπει να διαλύονται σε μορφή σκόνης και να αναμιγνύονται με νερό πριν χορηγηθούν.
  • Δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται φάρμακα ασύμβατα με τα διαλύματα εντερικής σίτισης

To σημείο κατάληξης του καθετήρα σίτισης (στο στομάχι ή στο έντερο), σχετίζεται επίσης με τη χορήγηση των φαρμάκων. Μερικά φάρμακα είναι σχεδιασμένα έτσι ώστε να διαλύονται στο όξινο περιβάλλον του στομάχου. Τέτοια φάρμακα δεν απορροφώνται εάν χορηγηθούν στο δωδεκαδάκτυλο ή στη νήστιδα. Παρομοίως, ένα φάρμακο που απορροφάται πλήρως στο δωδεκαδάκτυλο μπορεί να απορροφάται ελάχιστα στη νήστιδα. Σε μερικές περιπτώσεις, τα διαλύματα επηρεάζουν την απορρόφηση των φαρμάκων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η φαινυτοΐνη, ένα αντιεπιληπτικό φάρμακο. Η απορρόφησή της μειώνεται σημαντικά σε ένα άτομο που βρίσκεται σε συνεχή εντερική σίτιση. Αν και οι απόψεις διίστανται όσον αφορά αυτό το πρόβλημα, συστήνεται συχνά στους ασθενείς που βρίσκονται σε συνεχή ή διακεκομμένη σίτιση να διακόπτεται η σίτιση για 2 ώρες πριν και για 2 ώρες μετά τη χορήγηση φαινυτοΐνης.

 

Δες επίσης