Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (XAΠ)
Η ΧΑΠ είναι μία συχνή, αντιμετωπίσιμη θεραπευτικά νοσολογική οντότητα, η οποία μπορεί να προληφθεί. Χαρακτηρίζεται από εμμένοντα συμπτώματα εκ του αναπνευστικού καθώς και από περιορισμό της ροής του αέρα που οφείλεται σε διαταραχές των αεραγωγών ή και των κυψελίδων λόγω σημαντικής έκθεσης σε επιβλαβή σωματίδια ή αέρια. Ο χρόνιος περιορισμός της ροής του αέρα που χαρακτηρίζει την ΧΑΠ προκαλείται από συνδυασμό βλάβης των μικρών αεραγωγών (αποφρακτική βρογχιολίτιδα) και βλάβης του παρεγχύματος (εμφύσημα), η συνεισφορά των οποίων διαφέρει από άτομο σε άτομο. Αυτές οι αλλαγές δεν προκύπτουν πάντα ταυτόχρονα, αλλά εξελίσσονται με διαφορετικούς ρυθμούς μέσα στο χρόνο.
Η νόσος χαρακτηρίζεται από χρόνια φλεγμονή, η οποία προκαλεί δομικές αλλαγές, μείωση του αυλού των μικρών αεραγωγών, καταστροφή του πνευμονικού παρεγχύματος και μείωση της ελαστικής επαναφοράς του πνεύμονα. Αυτές οι αλλαγές οδηγούν στην απώλεια της διατήρησης των αεραγωγών ανοικτών κατά τη διάρκεια της εκπνοής. Η απώλεια των μικρών αεραγωγών θα μπορούσε να συνεισφέρει τόσο στον περιορισμό της ροής του αέρα όσο και στη διαταραχή της βλεννοκροσσωτής κάθαρσης που αποτελεί χαρακτηριστικό στοιχείο της νόσου. Προηγούμενοι ορισμοί της ΧΑΠ έδιναν έμφαση στους όρους ¨εμφύσημα¨ και ¨χρόνια βρογχίτιδα¨, γεγονός που δε συμβαίνει πλέον. Το εμφύσημα ή αλλιώς η καταστροφή της επιφάνειας ανταλλαγής αερίων του πνεύμονα (κυψελίδες) είναι ένας παθολογοανατομικός ορισμός που συχνά (αλλά λανθασμένα) χρησιμοποιείται κλινικά και περιγράφει μία από τις πολλές δομικές διαταραχές που παρατηρούνται σε ασθενείς με ΧΑΠ. Η χρόνια βρογχίτιδα ή αλλιώς η ύπαρξη παραγωγικού βήχα για διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών για δύο συναπτά έτη παραμένει ένας κλινικά και επιδημιολογικά χρήσιμος όρος.
Η ΧΑΠ αποτελεί μία από τις κύριες αιτίες νοσηρότητας και θνησιμότητας παγκοσμίως, προκαλώντας σημαντικό οικονομικό και κοινωνικό φορτίο το οποίο συνεχώς και αυξάνεται. Η επίπτωση, νοσηρότητα και θνησιμότητα της ΧΑΠ διαφέρουν μεταξύ χωρών αλλά και μεταξύ ομάδων στην ίδια χώρα. Η ΧΑΠ είναι αποτέλεσμα μίας σύνθετης αλληλεπίδρασης μεταξύ μακροχρόνιας έκθεσης σε βλαπτικά αέρια και σωματίδια σε συνδυασμό με ενδογενείς παράγοντες του ατόμου που περιλαμβάνουν το γενετικό υπόβαθρο, την υπεραντιδραστικότητα των αεραγωγών και την πτωχή πνευμονική ανάπτυξη σε παιδική ηλικία. Συχνά η επίπτωση της ΧΑΠ σχετίζεται άμεσα με το κάπνισμα, παρ’όλο που σε κάποιες χώρες η ατμοσφαιρική ρύπανση, η επαγγελματική έκθεση καθώς και η έκθεση σε καύση βιομάζας αποτελούν εξίσου σημαντικούς παράγοντες κινδύνου εμφάνισης ΧΑΠ. Παράγοντες που επηρεάζουν την ανάπτυξη και την εξέλιξη της νόσου είναι το γενετικό υπόβαθρο (έλλειψη α1-αντιθρυψίνης), η ηλικία, η έκθεση σε βλαπτικά σωματίδια (κύρια το κάπνισμα αλλά και η επαγγελματική έκθεση), το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, οι λοιμώξεις καθώς και το παθητικό κάπνισμα.