Προσέγγιση του ασθενούς με ηπατική νόσο- επίδραση στη κατάσταση θρέψης

Η οξεία νόσος του ήπατος  – χωρίς κεραυνοβόλο ηπατική ανεπάρκεια  – επάγει τις ίδιες μεταβολικές επιδράσεις όπως και κάθε άλλη νόσος που σχετίζεται με μια αντίδραση οξείας φάσης. Τα αποτελέσματα στην θρεπτική κατάσταση εξαρτώνται από την διάρκεια της νόσου και την παρουσία οποιασδήποτε υποκείμενης χρόνιας ηπατικής νόσου που μπορεί να έχει ήδη θέσει σε κίνδυνο την θρεπτική κατάσταση του ασθενούς.

Οι ασθενείς με χρόνια ηπατική νόσο βρίσκονται σε κίνδυνο δυσθρεψίας. Μεταξύ των ασθενών με προχωρημένη κίρρωση, υπάρχει υψηλός επιπολασμός μικτής πρωτεϊνο-ενεργειακής δυσθρεψίας. Αυτοί οι ασθενείς υποφέρουν από σημαντική απώλεια ολικής πρωτεΐνης σώματος, σαρκοπενία και από επακόλουθη απώλεια της λειτουργικότητας οργάνων, όπως εξασθενημένοι σκελετικούς μυς ή ανοσολογική λειτουργία. Τα άτομα σε κίνδυνο δυσθρεψίας μπορούν να αναγνωριστούν αξιόπιστα μέσω του ιατρικού και διατροφικού ιστορικού και της κλινικής εξέτασης που διεξάγεται με έναν τυποποιημένο τρόπο μέσω της υποκειμενικής σφαιρικής εκτίμησης (subjective global assessment, SGA), ή μέσω της ανθρωπομετρίας (περιφέρεια βραχίονα, πάχος δερματικών πτυχών). Παρά την κλίνη, η ανάλυση με την μέθοδο της βιοηλεκτρικής εμπέδησης,  μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον ποσοτικό προσδιορισμό της απώλειας της κυτταρικής σωματικής μάζας (γωνία φάσης). Η ολική πρωτεΐνη σώματος μειώνεται σε μεγαλύτερο βαθμό στην αλκοολική κίρρωση σε σχέση με την κίρρωση άλλης αιτιολογίας. H κυτταρική σωματική μάζα είναι δυνατόν να αποκατασταθεί υπό σταθερές μεταβολικές συνθήκες και επαρκή θρέψη

 

Δίαιτα ηπατοπαθούς

Γενικά, οι ασθενείς με ηπατική νόσο ανέχονται μια φυσιολογική δίαιτα. Η πλειοψηφία των ασθενών δεν χρειάζεται διαιτητικούς περιορισμούς και πιθανώς μπορεί να υποστεί βλάβη από αυτούς. Μείωση του λίπους της δίαιτας μπορεί να αποβεί χρήσιμη για τον περιορισμό των συμπτωμάτων στεατόρροιας σε ασθενείς με μετρίου έως σοβαρού βαθμού χολόστασης, όμως σχετίζεται με κίνδυνο ανεπαρκούς ενεργειακής πρόσληψης και δεν υποστηρίζεται από κατάλληλες κλινικές δοκιμές. Ένα τροποποιημένο σχήμα πρόσληψης τροφής με τέσσερα ως εφτά μικρά γεύματα, συμπεριλαμβανομένου ενός τουλάχιστον γεύματος αργά το βράδυ, βελτιώνει την οικονομία του αζώτου και την χρησιμοποιήση των υποστρωμάτων σε σταθερούς κιρρωτικούς ασθενείς.

Αν οι ασθενείς είναι σε θέση να καταναλώσουν 1.2 g πρωτεΐνης/kg/d ή περισσότερο, χωρίς επιδείνωση της διανοητικής τους κατάστασης, καμία τροποποίηση της δίαιτάς τους δεν είναι απαραίτητη ή τελέσφορη. Σε ασθενείς με οριακή δυσανεξία πρωτεΐνης (<1.0 g/kg/d πρωτεΐνης), μια δίαιτα πλούσια σε λαχανικά ή σε φυτικές ίνες δύναται να βοηθήσει στην πρόληψη της ηπατικής εγκεφαλοπάθειας. Πρέπει ωστόσο να λαμβάνεται υπόψη ότι τέτοιες δίαιτες δεν βελτιώνουν σταθερά την οικονομία του αζώτου.

 

Συμπληρώματα Διατροφής

Τα από του στόματος συμπληρώματα δίνουν την ευκαιρία στον ασθενή να λάβει την επιθυμητή ποσότητα ενός συγκεκριμένου υποστρώματος, ενώ παράλληλα επιτρέπουν την συνέχιση μίας δίαιτας από του στόματος.

 

Συμπληρωματική χορήγηση πόσιμων διαλυμάτων

  Σε κιρρωτικούς ασθενείς με δυσθρεψία, οι οποίοι δεν είναι ικανοί να καλύψουν τις θρεπτικές τους απαιτήσεις μόνο με την σίτιση κατά βούληση, μπορεί να χρησιμοποιηθεί η συμπληρωματική χορήγηση πόσιμων διαλυμάτων, π.χ. με δύο πόσιμα διαλύματα τυπικής πολυμερικής σύστασης 200 ml περιέχοντα 300 kcal και 19 g πρωτεΐνης το καθένα. Συστήνεται στους ασθενείς να καταναλώνουν αυτά τα συμπληρώματα μετά τις 20:00. Η νυκτερινή σίτιση με πόσιμα συμπληρώματα βελτιώνει αισθητά περισσότερο την ολική πρωτεΐνη σώματος συγκριτικά με την κατανάλωσή τους κατά την διάρκεια της ημέρας.

 

Αμινοξέα διακλαδισμένης αλύσου (Branched-chain amino acids, BCAA)

Στην πολύ σπάνια περίπτωση κιρρωτικού ασθενούς που δεν ανέχεται την ημερήσια πρόσληψη πρωτεΐνης ≥1 g/kg/d ίσως χρειαστεί να ελαττωθεί η πρόσληψη της διαιτητικής πρωτεΐνης σε 0,5 g / kg /d, αλλά αυτό θα πρέπει να αποφεύγεται αν είναι δυνατόν. Σε αυτήν την περίπτωση, το θετικό ισοζύγιο αζώτου και η βελτίωση στην πρόσληψη αζώτου μπορεί να επιτευχθούν με την χορήγηση συμπληρωμάτων BCAA από του στόματος σε δοσολογία 0,25 g/kg/d, χωρίς υποκείμενο κίνδυνο ηπατικής εγκεφαλοπάθειας. Θα πρέπει όμως να σημειωθεί ότι η πρωτεϊνική δυσανεξία μπορεί να αποτελεί ένα παροδικό φαινόμενο και ενδέχεται οι ασθενείς να μπορούν αργότερα να ανέχονται υψηλότερη πρόσληψη πρωτεΐνης όταν η προσαύξηση της ημερήσιας διαιτητικής πρωτεΐνης είναι βραδεία. Έχει αποδειχθεί ότι η μακροχρόνια χρήση συμπληρωμάτων BCAAs συνδέεται με καλύτερη συσσώρευση αζώτου και ηπατική λειτουργία. Επίσης η συμπλήρωση μιας φυσιολογικής δίαιτας με BCAA (0,25 g/kg/d) έχει επιδράσει θετικά στην διανοητική κατάσταση ασθενών με σταθερή κίρρωση.

 

Μικροθρεπτικά συστατικά

Έλλειψη λιποδιαλυτών βιταμινών παρατηρείται σε ασθενείς με στεατόρροια που οφείλεται σε χολόσταση και έλλειψη χολικών οξέων αλλά και σε ασθενείς που κάνουν κατάχρηση του αλκοόλ. Τόσο τα συμπληρώματα της βιταμίνης A όσο και του ψευδαργύρου μπορούν να τροποποιήσουν έμμεσα την θρεπτική κατάσταση βελτιώνοντας την γευστική λειτουργία και με αυτόν τον τρόπο πιθανώς και τη εθελούσια πρόσληψη τροφής. Η εξάλλειψη των υδατοδιαλυτών βιταμινών δεν αποτελεί σπάνιο έυρημα στην κίρρωση, ιδιαίτερα στην αλκοολικής αιτιολογίας κίρρωση. Οι αλκοολικοί βρίσκονται σε κίνδυνο έλλειψης βιταμίνης B1 η οποία μπορεί να αποκαλυφθεί κατά την διάρκεια της επανασίτισης με υδατάνθρακες και να οδηγήσει σε εγκεφαλοπάθεια Wernicke ή σε γαλακτική οξέωση, εκτός και αν έχει ήδη χορηγηθεί προληπτικά βιταμίνη B1.

Η έλλειψη ψευδαργύρου και σεληνίου έχει περιγραφεί τόσο σε αλκοολική όσο και σε μη αλκοολική ηπατική νόσο. Παρότι η συσχέτιση μεταξύ της εγκεφαλοπάθειας και της έλλειψης ψευδαργύρου θα μπορούσε να καταδειχθεί, τρεις τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες μελέτες με συμπλήρωση από του στόματος σε ασθενείς με υποκλινική εγκεφαλοπάθεια παρήγαγαν αμφιλεγόμενα αποτελέσματα.

Η χρήση συμπληρωμάτων ασβεστίου και βιταμίνης D συστήνεται για την θεραπεία ασθενών με οστεοπενία, παρόλο που αυτά τα μέτρα απέτυχαν να βελτιώσουν την οστική μεταλλική πυκνότητα σε ασθενείς με πρωτοπαθή χολική κίρρωση. Από την άλλη, θεραπεία υποκατάστασης με οιστρογόνα υπήρξε πιο αποτελεσματική.

Καθώς η διάγνωση των ελλείψεων βιταμινών και ιχνοστοιχείων μπορεί να είναι δύσκολη, η χρήση συμπληρωμάτων από του στόματος μπορεί να εφαρμόζεται ελεύθερα. Οι κιρρωτικοί ασθενείς με δυσθρεψία βρίσκονται σε κίνδυνο εμφάνισης του συνδρόμου της επανασίτισης και, επομένως, πρέπει να παρακολουθούνται τα επίπεδα καλίου, μαγνησίου και φωσφόρου του πλάσματος.

Δες επίσης